πηγή: proinoslogos.gr
Γράφει ο ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΤΣΙΛΙΜΑΝΤΟΣ
Στις αναμνήσεις όλων των Ελλήνων, πιστών κα μη, η Μεγάλη Εβδομάδα κατέχει μια ξέχωρη θέση στη μνήμη τους και στην καρδιά τους. Εφτά μέρες θανάτου που αρχίζουν την Μ. Δευτέρα με το «Ιδού ο νυμφίος έρχεται» και συνεχίζονται την Μ. Τρίτη με την πόρνη που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού και το περιλάλητο τροπάριο της «εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσης γυνής» της μοναχής Κασσιανής. Τη Μ. Τετάρτη με την τελετή του Νιπτήρος, να θυμίζει το Χριστό που ήρθε με άκρα ταπεινότητα να υπηρετήσει και όχι να υπηρετηθεί, ακολουθεί η Μ. Πέμπτη με το «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου» και την εξόχως θαυμαστή εικόνα «ο εν ύδασι την γην κρεμάσας», που περιέχει ο ύμνος. Τη Μ. Παρασκευή με τα Άγια Πάθη και τα έξοχα Εγκώμια, τον επιτάφιο θρήνο δηλαδή, που ψάλλουν όλοι οι εκκλησιαζόμενοι και την περιφορά του Επιταφίου, το Μ. Σάββατο με την Ταφή και την εις Άδου κάθοδον και τα μεσάνυχτα που βρισκόμαστε πια στην Κυριακή, με το «Δεύτε λάβετε Φως» και το «Αναστάσεως ημέρα». Σε εφτά μέρες ο κόσμος...
Η μεγάλη κατανυκτική βραδιά των Εγκωμίων και της επιτάφιας λαμπαδηφορίας, κατά την Περιφορά, αρωματισμένη από μυριάδες ανοιξιάτικες βιόλες, πασχαλιές, γαρούφαλλα, μοσχοβολιές, θυμιάματα και μυρωμένες νυχτερινές εαρινές πνοές, καταυγασμένη από το φως χιλιάδων λαμπάδων, είναι μια νύχτα μαγική του Απρίλη, κατά τον Σολωμό είναι:
«Νύχτα γεμάτη θαύματα, Νύχτα σπαρμένη μάγια,
για την οποία θαρρώ και ο πιο άπιστος δείχνει σεβασμό».
Πρόκειται για μια ανάλογη ιεροτελεστία γνωστή στους Έλληνες και πριν ακόμα γίνουν χριστιανοί. Ήταν τα Αδώνια, που ενσάρκωναν με χαρμόσυνες κραυγές την επάνοδο του θεού στη ζωή, δηλαδή το πνεύμα της βλάστησης και της αναγέννησης της φύσης, και με γοερούς θρήνους το θάνατό του, δηλαδή τον μαρασμό. Ήταν τα Δαφνηφόρια προς τιμή του Δαφναίου Απόλλωνα, στους Δελφούς και τη Θήβα, την εποχή της άνοιξης με πομπή από παιδιά στολισμένα με δάφνες στους Δελφούς, από χορό παρθένων στη Θήβα με κλαδιά ικεσίας και άσματα.
Αλλά και ο Διόνυσος ήταν χαρακτηριστικό θεού που πεθαίνει και ανασταίνεται. Πήραμε το Χριστό από τους Εβραίους και τον εξελληνίσαμε τόσο, ώστε στο Σικελιανό ταυτίστηκε με τον Άδωνη, ο Καζαντζάκης τον προσφωνεί «Έλληνα Χριστέ μου», την δε εβραιοπούλα κόρη, την Παναγιά, με τον ίδιο τρόπο: «Στρατηλάτισσα του γένους των Ελλήνων».
Μερικοί φτάνουν σε σημείο υπερβολής ώστε να ταυτίζουν Διόνυσο με Χριστό, Άδωνη με Ναζωραίο (τον ωραίον κάλλει παρά πάντας βροτούς) και Ορφέα με Ιησού.
Όπως και να έχει, όπου ο ελληνισμός επικράτησε ως παιδεία και δύναμη ζωής δεν εμφορήθηκε από καμιά μισαλλοδοξία, σε κανένα δεν επέβαλε να αλλαξοπιστήσει, όπως έγινε με τους Ισπανούς στο Περού, με τον καθολικό Φερδινάνδο στο εμιράτο της Γρανάδας και με τους Τούρκους στην Αλβανία και ιδιαίτερα στη Βοσνία.
Ο Χριστός, ως παντογνώστης Θεός, γνώριζε πως καμιά από τις μεγάλες ιδέες που έχουν σκοπό τους την πνευματική και ηθική ανύψωση του ανθρώπου, δεν καρποφορεί, σχεδόν ποτέ, χωρίς θρόμβους δακρύων και ρείθρα αίματος, και οι ταγοί τέτοιων ιδεών πρέπει να είναι έτοιμοι για το φόρο του μαρτυρίου και της θυσίας. Aλλά πόσο ακατανίκητη δύναμη ψυχής πρέπει να διαθέτεις για να πεις το «άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσιν».
Υπάρχουν πάντοτε κρανίου τόποι που έχουν έτοιμους οι αδίσταχτοι σταυρωτές της αρετής, οι αχρείοι οπαδοί της υλικής βίας, ώστε ο ποιητής μας ο Κ. Βάρναλης, με την ανθρώπινη αντοχή και γνώση που διαθέτει, καταλήγει, απ’ άλλους δρόμους, σε πικρούς διαλογισμούς γράφοντας:
Θεριά οι ανθρώποι δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν,
Δεν είν’ αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής,
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν!
Στον υπόδουλο ελληνικό λαό η Εβδομάδα των Παθών που ταυτίστηκε με την νύχτα δουλείας και μαρτυρίου αιώνων, κράτησε άσβηστη την ελπίδα της ανάστασης, αυτής που όταν ήρθε ο καιρός, σαλπίστηκε ως «ποθούμενο» από τον εθνομάρτυρα Πατροκοσμά.
Τώρα που νέοι Πόντιοι Πιλάτοι καθορίζουν τη μοίρα μας και η πατρίδα μας ανηφορίζει, με το σταυρό του μαρτυρίου στους ώμους της, τον Γολγοθά της, με το άγχος μόνιμο σύντροφο, τη ζωή σε πένθος και θανατερή αβεβαιότητα, το μόνο που μας μένει είναι να επιστρέψουμε σε μας, στους εαυτούς μας, και όσο κι αν φταίξαμε (δεν είναι η ώρα εδώ των πεπραγμένων μας), να ανανήψουμε, να σφίξουμε τα δόντια και να παλέψουμε με ένα αγώνα, που θα δώσει νόημα και δικαίωση στη ζωή μας.
Λαός σαν τους Έλληνες δε χάθηκαν και δε χάνονται ο κόσμος να χαλάσει, και με την προγονική πίστη πως μετά τη σταύρωση ακολουθεί η ανάσταση, ενωμένοι και αλληλέγγυοι, θα αντέξουμε κι αυτή τη φορά, όπως έγινε ως τώρα, θα γεφυρώσουμε την άβυσσο του θανάτου με την άνοιξη της ζωής και το φως της ανάστασης θα κατισχύσει του Άδη, και θα είναι: «Φως που πατεί χαρούμενο τον Άδη και το Χάρο».
Προσθήκη νέου σχολίου